Φόρβαντα

Φόρβαντα
Φόρβας
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φόρβαντα — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἰατρικὰ φάρμακα». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ανάγεται στην ετεροιωμένη βαθμίδα φορβ τού ρ. φέρβω* «τρέφω» και πιθ. πρέπει να γραφεί φορβάν τὰ ἰατρικὰ φάρμακα] …   Dictionary of Greek

  • Lápites — (en griego Λαπίθης, Lapithes ) es un personaje de la mitología griega. Se le considera el héroe epónimo, fundador y primer rey mítico de los lápitas, antigua tribu de Tesalia.[1] Lápites era hijo de Estilbe y Apolo, sobrino de Hipsea, nieto de… …   Wikipedia Español

  • Άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… …   Dictionary of Greek

  • Ρόδος — Νησί της Δωδεκανήσου, το μεγαλύτερο του συμπλέγματος και το τέταρτο της Ελλάδας μετά την Κρήτη, την Εύβοια και τη Λέσβο) με έκταση 1.398 τ. χλμ. Μαζί με τα νησιά Τήλο, Σύμη, Χάλκη και Μεγίστη (Καστελόριζο) αποτελεί την πρώην επαρχία Ρόδου. Ρόδος… …   Dictionary of Greek

  • άκτωρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του βασιλιά της Φωκίδας Δηιόνα και της κόρης του Ξούθου Διομήδη. Ο Ά. απέκτησε τον Μενοίτιο από την Αίγινα, κόρη του ποταμού Ασωπού. Ο Μενοίτιος ήταν ο πατέρας του Πατρόκλου. 2. Ένας από τους Αργοναύτες, γιος… …   Dictionary of Greek

  • Αμβρακία — I Αρχαία πόλη στον ποταμό Άραχθο, στη θέση της σημερινής Άρτας. Κατά τη μυθολογική παράδοση την είχε ιδρύσει o Άμβραξ, γιος του Θεσπρωτού, ή η Αμβρακία, κόρη του βασιλιά των Δρυόπων. Προστατευόταν με οχυρό τείχος, που είναι άγνωστο πότε χτίστηκε …   Dictionary of Greek

  • Διομήδη — Μυθολογικό πρόσωπο, που αναφέρεται στην εποχή της πολιορκίας της Τροίας. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση ήταν κόρη του Φόρβαντα από τη Λέσβο, αιχμάλωτη και ευνοούμενη του Αχιλλέα. Τη Δ. ζωγράφισε ο Πολύγνωτος σε έναν πίνακά του που είχε… …   Dictionary of Greek

  • Λέπρεο — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 329 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ολυμπίας του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 49 χλμ. ΝΑ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ζαχάρως. Παλαιότερα ονομαζόταν Στροβίτσι, ενώ η τοποθεσία έχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”